6/10/10

ΕΔΩ ΠΟΥ ΦΤΑΣΑΜΕ

Κείμενο για την παρουσίαση στον Ιανό του καινούργιου δίσκου των “αέρα πατέρα”: «Εδώ που φτάσαμε» (05/10/2010)

Η φράση “αέρα πατέρα” (“air father” για όσους δεν γνωρίζουν ελληνικά), που είναι και το όνομα του γκρούπ που σήμερα παρουσιάζει τον 6ο ή 7ο συμπαγή του δίσκο, περιγράφει κάποιον που δίχως ιδιαίτερο κόπο, χρόνο ή χρήμα, έχει θετικά αποτελέσματα, προκαλώντας μας να τον εντάξουμε στην κατηγορία των «αεριτζήδων», εξού και το πρώτο συνθετικό.Είναι όμως τα πράγματα έτσι;


Ας δούμε πως απαντούν οι ίδιοι, σε παλαιότερες συνεντεύξεις τους:

Δημοσιογράφος: Δεν έχετε βαρεθεί να μην σας παίρνει κανείς πλέον στα σοβαρά;
ΑΠ: Η βαρεμάρα είναι λειτούργημα στους Αέρα Πατέρα. Όταν συσσωρεύεται σε μεγάλες δόσεις ξεσπάει δημιουργικά αμέσως μετά, σε σημείο να αποκτάμε συγκρότημα εκεί που δεν είχαμε.
Δημοσιογράφος: Με ποια διαδικασία γράφετε ένα κομμάτι;
ΑΠ: Αυτός που γράφει στίχους και μουσική σε ένα κομμάτι ηχογραφεί, συνήθως στην κιθάρα ή το πιάνο, τις βάσεις, έχει την ευθύνη να βρει τους κατάλληλους "συνεργάτες" μουσικούς, το τραγουδάει κι έχει την ευθύνη της παραγωγής του. Μέθοδος "Πάρ'το πάνω σου", δηλαδή. Τώρα αν βαριέται - για να επανέλθουμε στην προηγούμενη ερώτηση - λειτουργούμε πυροσβεστικά, βάζουν κι άλλοι το χεράκι τους, κι αυτό έχει μεγάλη πλάκα.
Δημοσιογράφος: Έχουν σχέση οι πρόβες με τις ζωντανές εμφανίσεις σας;
ΑΠ: Το σύστημα που εφαρμόζουμε: Μοιράζουμε τα κομμάτια σε κασέτες ή cd. Τις ημέρες του live άλλοι κάνουν "πρόβα" μεταξύ τους, άλλοι κάνουν το τεστ του ήχου πριν από τη συναυλία και άλλοι παίζουν. Ή και όλοι μαζί. Δεν κάνουμε πρόβες, αφού δεν είμαστε συγκρότημα! Μάλιστα για τον λόγο αυτό δημιουργήσαμε κι ένα studio! Άρα δεν μας λείπει τίποτα.
Δημοσιογράφος: Έχετε ποτέ νιώσει απογοήτευση;
ΑΠ: Ποτέ. Κάτι μένει στον ουρανίσκο, πικρό ή γλυκό. Υπάρχουν και άλλοι Ακτιβιστές της Τέχνης, θέλουμε να τους συναντήσουμε αλλά εξαρτάται κυρίως από αυτούς. Προσπαθούμε να τους πείσουμε να μην κλείνονται στο γυάλινο κλουβί τους, να μην κρύβονται στη σιωπή. Κάποτε διοργανώναμε συναυλίες στις οποίες δεν εμφανιζόμασταν ή στέλναμε άλλους αντί για εμάς. Ξέρεις πόσες μπάντες βοηθήθηκαν έτσι;

Αλήθεια, αναρωτιέμαι … ήρθαν σήμερα;

Δημοσιογράφος: Υπάρχει τίποτε προετοιμασμένο στις συναυλίες που κάνετε;
ΑΠ: Ναι... γι’ αυτό όμως αρμόδιος να μιλήσει είναι ο προετοιμαστής μας. Εχουμε δυο προετοιμαστάς, οι οποίοι τα προετοιμάζουν όλα.

Ακόμη μια φορά αναρωτιέμαι … οι προετοιμαστές ήρθαν σήμερα;

Δημοσιογράφος: Υπάρχουν σταθερά μέλη στο γκρούπ, κάποιος πυρήνας που πλαισιώνεται και από άλλους μουσικούς;
ΑΠ: Όχι, δεν υπάρχουν σταθερά μέλη. Δηλαδή, εκτός από το Μιχάλη και το Τζίμη, που είναι από το 1988, οι υπόλοιποι... μπαινοβγαίνουν.
Δημοσιογράφος: Υπάρχει περίπτωση κάποια στιγμή οι «αέρα πατέρα» να είναι τελείως άλλοι από αυτούς που ξεκίνησαν;
ΑΠ: Μα είμαστε ήδη διαφορετικοί. Είχαμε ξεκινήσει ο Τζίμης, ο Ποιητής και ο Δημητριάδης, και στην πορεία ήρθαν και άλλα άτομα.

Αφού άκρη δεν έβγαζα, κι ένιωθα πως σπαταλούσα χρόνο στο τέλος κι ενέργεια ψάχνοντας στο διαδίκτυο τις συνεντεύξεις τους, αποφάσισα μια μέρα να καλέσω τον Τζίμη και να τον ρωτήσω. Μάλιστα χωρίς να τον προειδοποιήσω, τον γνωρίζω βλέπετε χρόνια, από τις ποιητικές βραδιές του Μανόλο, στα Εξάρχεια και στα σκαλιά του Μουσείου αρχές του ’80, αποφάσισα να ηχογραφήσω την μεταξύ μας συζήτηση, ώστε να μην ξεφύγει ούτε κεραία απ’ αυτά που ειπώθηκαν. Α, ήπιαμε κι αρκετό τσίπουρο ώστε να είναι λυμένες οι γλώσσες, κι ορίστε τι βγήκε απ’ αυτή την συζήτηση:

Εγώ: Πώς ξεκίνησαν οι “αέρα πατέρα”;

Τζίμης: Η ιστορία αρχίζει το 1985, κι έχει να κάνει με μια σειρά μυθικά πρόσωπα, μυθικά με την έννοια ότι ούτε έχουν ζήσει συνηθισμένη ζωή, ούτε είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, φαντάσου ας πούμε, ο πιο συνηθισμένος απ’ αυτούς είμαι εγώ. Το 1985 λοιπόν συναντιέται ο Ποιητής με τον Κλούβιο στην Κέρκυρα, και ιδρύουν ένα πολιτιστικό σωματείο με τον τίτλο «η ωραία Κέρκυρα». Ο Κλούβιος σπουδάζει φιλόλογος, ο ποιητής είναι πιτσιρικάς ακόμα αλλά έχει μούσι, και ψάχνουν ένα βράδυ να βρουν ένα όνομα για το περιοδικό που θέλουν να βγάλουν, που θα έχει υπότιτλο «για το πτώμα του Στάλιν». Γύρω στα χαράματα λένε, δεν βγάζουμε έναν τίτλο έτσι «αέρα πατέρα», και λέει ο Κλούβιος αυτό θα βάλουμε «αέρα πατέρα». Η έκδοση του περιοδικού θα χρηματοδοτούσε το πολιτιστικό σωματείο «η ωραία Κέρκυρα», βγήκε ένα τευχάκι, δεν ξαναβγήκε μετά. Το ‘87 γνωρίζομαι με τον ποιητή, και το ‘88 λέμε να κάνουμε ένα συγκρότημα. Και απλώς το λέμε, δεν το κάνουμε. Το ’89 γίνεται ένα φεστιβάλ στη Μύκονο, που φιλοδοξεί να μαζέψει όλα τα γκρουπ της ανεξάρτητης σκηνής. Είχα κάνει συμφωνίες με ανθρώπους, με ακτοπλοϊκές εταιρείες, σε ένα μέρος ινδιάνικο στη βόρεια Μύκονο, όλα καλά, το μόνο λάθος ότι ήταν στη Μύκονο, και η Μύκονος δεν τα γουστάρει κάτι τέτοια. Ήταν δέκα ημέρες συναυλίες από τη δύση ως την ανατολή. Ένα βιντεάκι μας παιζόταν στο mtv για πολύ καιρό… Τον ίδιο καιρό είχαμε αφενός το χώρο μας και δρούσαμε σε μια κατάληψη καλοτεχνιτών στην 3η Σεπτεμβρίου, και αφετέρου με μουσικούς σε ένα Κέντρο Μουσικής Έρευνας που έχει ιδρύσει ο Ξενάκης και τώρα υπολειτουργεί.

Εγώ: Όλα αυτά το ’89. Ο ποιητής, που βρίσκεται τώρα;

Τζίμης: Ζει στην Πετρούπολη σήμερα, μπορείς να τον δεις στο YouTube να διαβάζει τον Ξεροπούπουλο. Έτσι, μαζεύτηκαν τότε γύρω μας καμιά σαρανταριά άτομα, ζωγράφοι, σκηνογράφοι, μουσικοί, χορευτές, σαλτιμπάγκοι. Αυτοσχεδιάζαμε, κάναμε μπλουζάκια, χάπενινγκ, κάτω από ένα τεράστιο αλεξίπτωτο, το όλο σκηνικό ήταν ένα καραβάνι χάπενινγκ… Εκεί στον 4ο όροφο της κατάληψης φτιάξαμε την ακαδημία «αέρα πατέρα», βγάζαμε το περιοδικό, γινόταν συζητήσεις και δημιουργικά πράγματα…όπως κάνουμε και τώρα με τον «Ορίζοντα».

Εγώ: Και το γκρούπ;

Τζίμης: Μια διαλυόταν, μια το ξαναφτιάχναμε. Αυτή την μπάντα τη διαλύσαμε και τη φτιάξαμε άπειρες φορές. Μετά, το ’94 πήγαμε στο Fix στην Πατησίων να κάνουμε μια συναυλία, και καταλήξαμε να κάνουμε ένα ολόκληρο δεκαήμερο, τότε που ο Παπαθεμελής έκλεινε μέσα τον κόσμο. Το ξεκινήσαμε δηλαδή αυτό το δεκαήμερο, και το κλείσαμε με συναυλία «αέρα πατέρα», και ενδιάμεσα γινόταν συζητήσεις, προβολές, πάρτι, εκθέσεις, θεατρικά, άλλα γκρουπ…

Εγώ: Αλλά ο πυρήνας του γκρουπ ήσουν εσύ κατά κύριο λόγο..

Τζίμης: Ναι, εγώ ήμουν ο κινητήρας, ο ποιητής ήταν τα καύσιμα…Έχω εκδώσει παλιά ένα βιβλίο με κείμενα του πριν χρόνια…θέλω να βρω μια ευκαιρία να το επανεκδώσω.

Εγώ: Και οι μουσικοί στην μπάντα εναλλάσσονται, έτσι;

Τζίμης: Υπάρχει ένας σταθερός πυρήνας, ο οποίος πλαισιώνεται από μια εξωτερική στοιβάδα από ηλεκτρόνια που περιφέρονται… Βέβαια και ο εσωτερικός πυρήνας υφίσταται μεταλλάξεις, ας πούμε ο κιθαρίστας μας είναι στους γιατρούς χωρίς σύνορα, άρα πολλές φορές λείπει, οπότε κάποιοι άλλοι αναπόφευκτα παίρνουν το ρόλο του..

Εγώ: Πως είναι το όνομα του κιθαρίστα;

Τζίμης: Ανδρέας Κουτέπας ή αλλιώς Εραστής…

Εγώ: Μ’ αρέσουν όλα αυτά τα παρατσούκλια…

Τζίμης: Ναι, Εραστής, Πύραυλος, Τετρακάναλος…

Εγώ: Τζίμη, Τι είναι η πραγματικότητα;

Τζίμης: Αυτό που εμφανίζεται ως πραγματικότητα, είναι ουσιαστικά ένα κατασκευασμένο σύστημα που μας περιορίζει…Την πραγματικότητα την φτιάχνουμε εμείς…

Για λόγους οικονομίας χρόνου η αποκαλυπτική αυτή συζήτηση πρέπει να σταματήσει εδώ. Ελπίζω να μου δοθεί κάποτε η ευκαιρία να βγει ολοκληρωμένη. Άλλωστε εδώ και ώρα, έχω έναν ενδόμυχο φόβο. Μήπως ενώ εγώ μιλώ, εκείνοι, οι «αέρα πατέρα» δηλαδή, την έχουν κοπανήσει. Για να δούμε θα απαντήσουν, αν τους φωνάξω όλους μαζί; Αέρα πατέρα είστε εδώ;